Toν Μάιο του 1945 είχαν συγκεντρωθεί αρκετοί καταδιωκόμενοι αγωνιστές του ΕΛΑΣ στο χωριό Μελισσουργοί κοντά στην Άρτα. Ήταν αγωνιστές από ολόκληρο τον νομό και έμεναν σε φιλικά σπίτια του χωριού, σε ανθρώπους φίλους ή μέλη του ΕΑΜ.
Εκείνες τις ημέρες έφθασε στο χωριό ο Βαγγέλης Γκονέζος, δάσκαλος και αξιωματικός του ΕΛΑΣ κρατώντας μπερέτα και αυτόματο. Η παρουσία του προκάλεσε εντύπωση αφού σχεδόν όλος ο οπλισμός του ΕΛΑΣ είχε παραδοθεί με τη συνθήκη της Βάρκιζας. Ο Γκονέζος φορούσε σύμφωνα με μαρτυρίες δίκοχο με το σήμα "ΕΛΑΣ Ν.", δηλαδή Νέος ΕΛΑΣ. Ο Γκονέζος πήρε επαφή από το ΚΚΕ και το ΕΑΜ και ανακοίνωσε ότι σε λίγες ημέρες στο χωριό θα έρχονταν ο Άρης Βελουχιώτης και τμήμα του.
Ο ερχομός του Γκονέζου, στενού συντρόφου και προσωπικού φίλου του Άρη άνοιξε ένα μεγάλο κύκλο συζητήσεων. Τα πολιτικά και στρατιωτικά στελέχη του χωριού αποφάσισαν να αποφεύγονται οι πολλές συζητήσεις μαζί του. Υπήρχε έντονος φόβος ρήγματος ανάμεσα στους διωκόμενους αγωνιστές και την ομάδα του Άρη και κίνδυνος διαρροής αγωνιστών στο τμήμα του. Οι ανησυχίες των στελεχών αυτών δεν ήταν αβάσιμες ούτε στηρίζονταν σε κάποια προσωπική αντιπάθεια. Πριν μερικές ημέρες, στην Άρτα και τα Γιάννενα είχαν κυκλοφορήσει προκηρύξεις που ανέγραφαν τις νέες θέσεις του Άρη και του "Νέου ΕΛΑΣ".
Μερικές ημέρες μετά, παρατηρήθηκε από την πλατεία του χωριού, ένα μικρό στρατιωτικό τμήμα να κατευθύνεται προς τους Μελισουργούς. Έρχονταν από την κορυφή "Σταυρός" που έχει υψόμετρο 2000μ. περίπου. Αστραπιαία διαδόθηκε ο ερχομός του Άρη σε όλο το χωριό.
Αμέσως οι τοπικές οργανώσεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και του ΚΚΕ συνεδρίασαν και αποφάσισαν να χωρίσουν τη δύναμη του τοπικού ΕΛΑΣ σε μικρές ομάδες και να πιάσουν θέσεις έξω από το χωριό. Ορίστηκαν και σύνδεσμοι. Ο διορισμένος πρόεδρος της κοινότητας έδωσε εντολή να ετοιμαστεί συσσίτιο για το τμήμα του Άρη. Οι αντάρτες του ΕΛΑΣ, απομακρύνθηκαν αμέσως μόλις το τμήμα του Άρη μπήκε στο χωριό. Οι διαθέσεις του Άρη δεν είχαν εκδηλωθεί ακόμα προς τους αγωνιστές που τυπικά τηρούσαν τη συνθήκη της Βάρκιζας. Στη στάση τους αυτή ασφαλώς συνέβαλλε και το κλίμα τρομοκρατίας που οι Ζερβικοί και παρακρατικοί είχαν καλλιεργήσει στην ύπαιθρο.
Το πρωί της επομένης ημέρας ο τοπικός ΕΛΑΣ και το ΕΑΜ πληροφορήθηκαν την πρόθεση του Άρη να έρθει σε επαφή μαζί τους και να μιλήσει στην αίθουσα του Δημοτικού Σχολείου. Ζήτησε να μην λείψει κανείς. Το γραφείο ΕΑΜ και αυτό του ΚΚΕ συμφώνησαν να πάνε στη συνάντηση και να ακούσουν τον Άρη παραθέτοντας τις θέσεις τους.
Το σχολείο του χωριού ήταν ανώγειο. Στο ισόγειο είχε δύο μαγαζιά. Ο πρώτος όροφος αποτελούνταν από δύο συνεχόμενες αίθουσες διδασκαλίας και δύο ξεχωριστές μικρότερες.
Ο Άρης κάθονταν σε μια από τις μικρές αίθουσες και παρακολουθούσε τους αγωνιστές του ΕΛΑΣ που έμπαιναν σε ομάδες στην αίθουσα διδασκαλίας. Στην είσοδο ήταν ο μαυροσκούφης Αχιλλέας με το αυτόματο στο χέρι, κουρεμένη γενειάδα και άρβυλα. Χαιρετούσε πολλούς από τους ΕΛΑΣίτες. Έξω από το σχολείο βρίσκονταν μια ομάδα σε μέγεθος διμοιρίας με επικεφαλής τον Τζαβέλα, η οποία είχε αναλάβει τη φύλαξη του σχολείου.
Σε λίγο μπήκε στην αίθουσα ο Άρης και πήγε και στάθηκε όρθιος μπροστά στο τραπέζι και δίπλα από το σκαμνί που είχαν τοποθετηθεί νωρίτερα και ετοιμάστηκε να μιλήσει στους συγκεντρωμένους. Οι ακροατές είχαν καθίσει στα θρανία της αίθουσας. Κανείς δεν τον χειροκρότησε, δεν τον αποκάλεσε "καπετάνιο" ή "αρχηγό", όπως ακριβώς είχε συμφωνηθεί στα όργανα πιο πριν.
Ο λόγος του Άρη και η συζήτηση που ακολούθησε κράτησε συνολικά 3 ώρες. Το υλικό της αντλούμε από το βιογραφικό βιβλίο του Γιαννάκου Μαστρογιάννη, που παραβρέθηκε στην ομιλία. Ο Άρης άρχισε ως εξής:
"Σύντροφοι και συναγωνιστές θα σας βάλω σκατζοχέρια στο κεφάλι για να σας τροχάνε το μυαλό, για να μην καταπίνετε αμάσητα όσα σας σερβίρουν. Οι κομμουνιστές ανήκουν σε τρεις κατηγορίες: Στην πρώτη είναι η ηγεσία του κόμματος, στη δεύτερη οι καιροσκόποι που ελίσσονται και πάνε καθώς τραβάει ο άνεμος και στην τρίτη είναι η μεγάλη μάζα των απλών μελών του κόμματος που εκτελούν τις εντολές της ηγεσίας χωρίς καμιά αντίρρηση."
Στη συνέχεια ανέπτυξε δια μακρόν το ιστορικό για τη δημιουργία του ΕΛΑΣ και των άλλων ΕΑΜικών οργανώσεων, τους σκληρούς αγώνες του μαχόμενου λαού. κατά των στρατευμάτων κατοχής και των ντόπιων συνεργατών τους, το άντρωμα του ΕΛΑΣ και τη μετατροπή του σε τακτικό στρατό με οπλισμό άρτιο που απόκτησε στα πεδία των μαχών με άξιους ηγέτες.
Ακολούθως εξέφρασε το παράπονο ότι από τις αρχές του 1944 και μάλιστα από τη συγκρότηση της ΠΕΕΑ, η κομματική ηγεσία που βρίσκονταν στα βουνά, δεν έτρεφε την πρότερη εκτίμηση προς το πρόσωπό του, τούτο δε είπε πως δεν το αντιλήφθηκε καθώς βρίσκονταν συνήθως μακριά από την έδρα του Γενικού Στρατηγείου, ως καπετάνιος του κλιμακίου αυτού και δεν έπαιρνε μέρος σε όλα τα όργανα αυτά που λάμβαναν κρίσιμες αποφάσεις για τη διεξαγωγή των επιχειρήσεων και το πολιτικό μέλλον του αγωνιζόμενου λαού. Στη συνέχεια, ο Άρης πέρασε στην συμφωνία του Λιβάνου και της Καζέρτας.
Είπε χαρακτηριστικά: "Δεν έπρεπε οι διαπραγματεύσεις να γίνουν στο Λίβανο, αλλά έπρεπε να γίνουν στα βουνά, στην έδρα της ΠΕΕΑ, γιατί τα στελέχη του ΚΚΕ και του ΕΑΜ που θα λάμβαναν μέρος στις διαπραγματεύσεις, ήταν άνθρωποι που προέρχονταν από φυλακές και εξορίες και δεν είχαν τη διπλωματική ικανότητα για να αντιμετωπίσουν τους πράκτορες της Ιντελιτζενς Σέρβις και των άλλων πρακτόρων του μοναρχοφασισμού. Έπρεπε να καθίσουμε σε ημικύκλιο μπάγκο, όλοι μαζί και απέναντί μας να έχουμε όλους αυτούς τους κερατάδες και ρωτιόμασταν στο αυτί όλοι: "Τι λέτε σύντροφοι για αυτό που μας προτείνουν;" Έτσι θα παίρναμε σωστές αποφάσεις και δε θα φτάναμε στη συμφωνία του Λιβάνου, όπου αφού απομόνωσαν την αντιπροσωπεία μας οι Εγγλέζοι επέβαλαν τελικά τις απόψεις τους και ζημιώθηκε το λαϊκό μας κίνημα όσο ποτέ άλλοτε και μεταβληθήκαμε από δρώσα πλειοψηφία σε μειοψηφία. Ούτε θα υπογράφονταν η συμφωνία της Καζέρτας, τρισχειρότερη από αυτή του Λιβάνου, που αναγνώριζε αρχηγό του ΕΛΑΣ του Άγγλο στρατηγό Σκόμπυ, που οδήγησε τα πράγματα στο Δεκέμβρη."
Στη συνέχεια έκανε κριτική στην ηγεσία του ΚΚΕ για τη μάχη της Αθήνας τον Δεκέμβρη του 1944. Την κατηγόρησε ότι δεν έπρεπε να συγκροτήσει την Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ, γιατί με την ενέργεια αυτή παραγνώρισε το Γενικό Στρατηγείο που είχε έτοιμα από καιρό ολοκληρωμένα σχέδια επιχειρήσεων που προέβλεπαν τη συνέχιση του αγώνα και μετά την εκκένωση της Αθήνας και του Πειραιά. Δεν έδωσε έγκαιρα την εντολή για τη διάλυση των τμημάτων του ΕΔΕΣ στην Ήπειρο για να ελευθερωθούν έτσι μεγάλες και αξιόμαχες μονάδες του ΕΛΑΣ και να προστρέξουν με τον βαρύ τους οπλισμό την σκληρά δοκιμαζόμενη Αθήνα. Είπε επίσης ότι η Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ δεν τροφοδοτούσε τους μαχητές της Αθήνας καθημερινά στα ανακοινωθέντα της με νίκες και ηρωισμούς των μαχητών και του λαού για τη συγκράτηση και το ανέβασμα του ηθικού τους. Μόνο κατά αραιά διαστήματα το έκανε αυτό δίδοντας όλες τις νίκες και τα γεγονότα του διαστήματος αυτού, ενώ χρειάζονταν καθημερινά η ενημέρωση των μαχομένων με μια νίκη εδώ, μια εκεί, καθώς δεν έχουμε κάθε μέρα νίκες.
Ακόμα κατηγόρησε την ηγεσία της μαχόμενης Αθήνας γιατί δεν προέβλεψε έγκαιρα την περίπτωση εκκένωσης της Αθήνας και του Πειραιά, με αποτέλεσμα να αιφνιδιαστεί, να χαθεί πολύτιμο φωτογραφικό υλικό, στρατιωτικά υλικά τεράστιας αξίας, να συλληφθούν αιχμάλωτοι από τον εχθρό δοκιμασμένα στελέχη των οργανώσεων και μαχητές του ΕΛΑΣ, που θα προσέφεραν τις πολύτιμες υπηρεσίες τους σε άλλες περιοχές της μαχόμενης Ελλάδας και καταλήξαμε μετά στην υποχώρηση και τη συνθηκολόγηση με την υπογραφή της Βάρκιζας.
"Εγώ", είπε "αντιτάχθηκα στην υπογραφή της συμφωνίας αυτής, αλλά πειθαρχώντας στην κομματική εντολή την υπέγραψα - επιτακτικά είχε ζητήσει ο Σκόμπυ και τη δική μου υπογραφή στη συμφωνία αυτή. Μετά παρέλευση ολίγου χρόνου η συντρόφισσα Χρύσα (εννοεί την Χρύσα Χατζηβασιλείου), μου έδωσε το χαρτί της σύνδεσής μου στο εξωτερικό και μου ευχήθηκε καλή αντάμωση. Ελευθερωμένος πια από τις δεσμεύσεις που είχα ως καπετάνιος του ΕΛΑΣ και με τη δημιουργηθείσα νέα κατάσταση από την εφαρμογή των όρων της Βάρκιζας, αποφάσισα μαζί με άλλους κυνηγημένους αγωνιστές, να μεταβούμε στην Αλβανία."
"Μόλις πατήσαμε το ποδάρι μας εκεί, οι πρώτοι Αλβανοί υπεύθυνοι που συναντήσαμε μας αποκάλεσαν προδότες. Μας είπαν πως λουφάξαμε και προδώσαμε το λαϊκό κίνημα. Αυτό μας χτύπησε στα νεύρα και αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στην Ελλάδα, να συνεχίσουμε τον αγώνα μας, που διακόπηκε απότομα με την υπογραφή της Βάρκιζας. Ο "Νέος ΕΛΑΣ" που δημιουργείται τώρα θα εξαφανίσει τα Φρουραρχεία που στήνει η αντίδραση στα χωριά και τρομοκρατούν και βασανίζουν τον ΕΑΜικό κόσμο. Θα γυρίσω πάλι εδώ σε 20 μέρες από τη Ρούμελη με 1500- 2000 αντάρτες, θα διασχίσουμε μετά τη Μακεδονία, θα βρισκόμαστε στη Φλώρινα και θα τρέμει το Ταίναρο. Όλος ο κόσμος θα μας δέχεται, θα μας ακολουθήσει. Ελπίζω ότι και ο σύντροφος Νίκος (προφανώς ο Νίκος Ζαχαριάδης) θα εγκρίνει την ενέργειά μου."
Έτσι τελείωσε τον λόγο του ο Άρης Βελουχιώτης και ακολούθησε η συζήτηση. Στη διάρκεια του λόγου του μερικοί από τους παρακαθήμενους αγωνιστές, όπως ο καπετάν Φάνης Τσάκας και άλλοι, έλεγαν σιγανά "καλά τα λέει, εκεί που φτάσανε τα πράγματα, έτσι πρέπει να γίνει."
Σε λίγο μπήκε στην αίθουσα ο Άρης και πήγε και στάθηκε όρθιος μπροστά στο τραπέζι και δίπλα από το σκαμνί που είχαν τοποθετηθεί νωρίτερα και ετοιμάστηκε να μιλήσει στους συγκεντρωμένους. Οι ακροατές είχαν καθίσει στα θρανία της αίθουσας. Κανείς δεν τον χειροκρότησε, δεν τον αποκάλεσε "καπετάνιο" ή "αρχηγό", όπως ακριβώς είχε συμφωνηθεί στα όργανα πιο πριν.
Ο λόγος του Άρη και η συζήτηση που ακολούθησε κράτησε συνολικά 3 ώρες. Το υλικό της αντλούμε από το βιογραφικό βιβλίο του Γιαννάκου Μαστρογιάννη, που παραβρέθηκε στην ομιλία. Ο Άρης άρχισε ως εξής:
"Σύντροφοι και συναγωνιστές θα σας βάλω σκατζοχέρια στο κεφάλι για να σας τροχάνε το μυαλό, για να μην καταπίνετε αμάσητα όσα σας σερβίρουν. Οι κομμουνιστές ανήκουν σε τρεις κατηγορίες: Στην πρώτη είναι η ηγεσία του κόμματος, στη δεύτερη οι καιροσκόποι που ελίσσονται και πάνε καθώς τραβάει ο άνεμος και στην τρίτη είναι η μεγάλη μάζα των απλών μελών του κόμματος που εκτελούν τις εντολές της ηγεσίας χωρίς καμιά αντίρρηση."
Στη συνέχεια ανέπτυξε δια μακρόν το ιστορικό για τη δημιουργία του ΕΛΑΣ και των άλλων ΕΑΜικών οργανώσεων, τους σκληρούς αγώνες του μαχόμενου λαού. κατά των στρατευμάτων κατοχής και των ντόπιων συνεργατών τους, το άντρωμα του ΕΛΑΣ και τη μετατροπή του σε τακτικό στρατό με οπλισμό άρτιο που απόκτησε στα πεδία των μαχών με άξιους ηγέτες.
Ακολούθως εξέφρασε το παράπονο ότι από τις αρχές του 1944 και μάλιστα από τη συγκρότηση της ΠΕΕΑ, η κομματική ηγεσία που βρίσκονταν στα βουνά, δεν έτρεφε την πρότερη εκτίμηση προς το πρόσωπό του, τούτο δε είπε πως δεν το αντιλήφθηκε καθώς βρίσκονταν συνήθως μακριά από την έδρα του Γενικού Στρατηγείου, ως καπετάνιος του κλιμακίου αυτού και δεν έπαιρνε μέρος σε όλα τα όργανα αυτά που λάμβαναν κρίσιμες αποφάσεις για τη διεξαγωγή των επιχειρήσεων και το πολιτικό μέλλον του αγωνιζόμενου λαού. Στη συνέχεια, ο Άρης πέρασε στην συμφωνία του Λιβάνου και της Καζέρτας.
Είπε χαρακτηριστικά: "Δεν έπρεπε οι διαπραγματεύσεις να γίνουν στο Λίβανο, αλλά έπρεπε να γίνουν στα βουνά, στην έδρα της ΠΕΕΑ, γιατί τα στελέχη του ΚΚΕ και του ΕΑΜ που θα λάμβαναν μέρος στις διαπραγματεύσεις, ήταν άνθρωποι που προέρχονταν από φυλακές και εξορίες και δεν είχαν τη διπλωματική ικανότητα για να αντιμετωπίσουν τους πράκτορες της Ιντελιτζενς Σέρβις και των άλλων πρακτόρων του μοναρχοφασισμού. Έπρεπε να καθίσουμε σε ημικύκλιο μπάγκο, όλοι μαζί και απέναντί μας να έχουμε όλους αυτούς τους κερατάδες και ρωτιόμασταν στο αυτί όλοι: "Τι λέτε σύντροφοι για αυτό που μας προτείνουν;" Έτσι θα παίρναμε σωστές αποφάσεις και δε θα φτάναμε στη συμφωνία του Λιβάνου, όπου αφού απομόνωσαν την αντιπροσωπεία μας οι Εγγλέζοι επέβαλαν τελικά τις απόψεις τους και ζημιώθηκε το λαϊκό μας κίνημα όσο ποτέ άλλοτε και μεταβληθήκαμε από δρώσα πλειοψηφία σε μειοψηφία. Ούτε θα υπογράφονταν η συμφωνία της Καζέρτας, τρισχειρότερη από αυτή του Λιβάνου, που αναγνώριζε αρχηγό του ΕΛΑΣ του Άγγλο στρατηγό Σκόμπυ, που οδήγησε τα πράγματα στο Δεκέμβρη."
Στη συνέχεια έκανε κριτική στην ηγεσία του ΚΚΕ για τη μάχη της Αθήνας τον Δεκέμβρη του 1944. Την κατηγόρησε ότι δεν έπρεπε να συγκροτήσει την Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ, γιατί με την ενέργεια αυτή παραγνώρισε το Γενικό Στρατηγείο που είχε έτοιμα από καιρό ολοκληρωμένα σχέδια επιχειρήσεων που προέβλεπαν τη συνέχιση του αγώνα και μετά την εκκένωση της Αθήνας και του Πειραιά. Δεν έδωσε έγκαιρα την εντολή για τη διάλυση των τμημάτων του ΕΔΕΣ στην Ήπειρο για να ελευθερωθούν έτσι μεγάλες και αξιόμαχες μονάδες του ΕΛΑΣ και να προστρέξουν με τον βαρύ τους οπλισμό την σκληρά δοκιμαζόμενη Αθήνα. Είπε επίσης ότι η Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ δεν τροφοδοτούσε τους μαχητές της Αθήνας καθημερινά στα ανακοινωθέντα της με νίκες και ηρωισμούς των μαχητών και του λαού για τη συγκράτηση και το ανέβασμα του ηθικού τους. Μόνο κατά αραιά διαστήματα το έκανε αυτό δίδοντας όλες τις νίκες και τα γεγονότα του διαστήματος αυτού, ενώ χρειάζονταν καθημερινά η ενημέρωση των μαχομένων με μια νίκη εδώ, μια εκεί, καθώς δεν έχουμε κάθε μέρα νίκες.
Ακόμα κατηγόρησε την ηγεσία της μαχόμενης Αθήνας γιατί δεν προέβλεψε έγκαιρα την περίπτωση εκκένωσης της Αθήνας και του Πειραιά, με αποτέλεσμα να αιφνιδιαστεί, να χαθεί πολύτιμο φωτογραφικό υλικό, στρατιωτικά υλικά τεράστιας αξίας, να συλληφθούν αιχμάλωτοι από τον εχθρό δοκιμασμένα στελέχη των οργανώσεων και μαχητές του ΕΛΑΣ, που θα προσέφεραν τις πολύτιμες υπηρεσίες τους σε άλλες περιοχές της μαχόμενης Ελλάδας και καταλήξαμε μετά στην υποχώρηση και τη συνθηκολόγηση με την υπογραφή της Βάρκιζας.
"Εγώ", είπε "αντιτάχθηκα στην υπογραφή της συμφωνίας αυτής, αλλά πειθαρχώντας στην κομματική εντολή την υπέγραψα - επιτακτικά είχε ζητήσει ο Σκόμπυ και τη δική μου υπογραφή στη συμφωνία αυτή. Μετά παρέλευση ολίγου χρόνου η συντρόφισσα Χρύσα (εννοεί την Χρύσα Χατζηβασιλείου), μου έδωσε το χαρτί της σύνδεσής μου στο εξωτερικό και μου ευχήθηκε καλή αντάμωση. Ελευθερωμένος πια από τις δεσμεύσεις που είχα ως καπετάνιος του ΕΛΑΣ και με τη δημιουργηθείσα νέα κατάσταση από την εφαρμογή των όρων της Βάρκιζας, αποφάσισα μαζί με άλλους κυνηγημένους αγωνιστές, να μεταβούμε στην Αλβανία."
"Μόλις πατήσαμε το ποδάρι μας εκεί, οι πρώτοι Αλβανοί υπεύθυνοι που συναντήσαμε μας αποκάλεσαν προδότες. Μας είπαν πως λουφάξαμε και προδώσαμε το λαϊκό κίνημα. Αυτό μας χτύπησε στα νεύρα και αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στην Ελλάδα, να συνεχίσουμε τον αγώνα μας, που διακόπηκε απότομα με την υπογραφή της Βάρκιζας. Ο "Νέος ΕΛΑΣ" που δημιουργείται τώρα θα εξαφανίσει τα Φρουραρχεία που στήνει η αντίδραση στα χωριά και τρομοκρατούν και βασανίζουν τον ΕΑΜικό κόσμο. Θα γυρίσω πάλι εδώ σε 20 μέρες από τη Ρούμελη με 1500- 2000 αντάρτες, θα διασχίσουμε μετά τη Μακεδονία, θα βρισκόμαστε στη Φλώρινα και θα τρέμει το Ταίναρο. Όλος ο κόσμος θα μας δέχεται, θα μας ακολουθήσει. Ελπίζω ότι και ο σύντροφος Νίκος (προφανώς ο Νίκος Ζαχαριάδης) θα εγκρίνει την ενέργειά μου."
Έτσι τελείωσε τον λόγο του ο Άρης Βελουχιώτης και ακολούθησε η συζήτηση. Στη διάρκεια του λόγου του μερικοί από τους παρακαθήμενους αγωνιστές, όπως ο καπετάν Φάνης Τσάκας και άλλοι, έλεγαν σιγανά "καλά τα λέει, εκεί που φτάσανε τα πράγματα, έτσι πρέπει να γίνει."
Μετά τον λόγο του Άρη πρώτος αναφέρεται ότι μίλησε ο Γιαννάκος Μαστρογιάννης. Είπε: " Εμείς εδώ είμαστε κατώτερα στελέχη του κόμματος και απλά μέλη, αρμόδιοι να απαντήσουν στα θέματα που θίξατε είναι τα ανώτερα στελέχη του κόμματος που υπεύθυνα χειρίστηκαν τα θέματα αυτά. Τώρα έρχεται και ο αρχηγός του κόμματος που και αυτός θα κρίνει και θα αποφασίσει, αν δε και αυτός δεν σας δικαιώσει, τότε να καταφύγετε σε ανώτερο Βαλκανικό έστω κομματικό ακτίφ. Αν και έχει βέβαια διαλυθεί η Τρίτη Διεθνής, αν δε και αυτό δεν σας δικαιώσει τότε πρέπει να παραδεχτείτε το λάθος και να συμμορφωθείτε με την απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής. Περνάμε δύσκολες μέρες και δεν πρέπει να κάνει ο καθένας του κεφαλιού του. Πρέπει ακόμα να ξέρετε ότι αν εξουδετερώνετε ένα παρακρατικό φρουραρχείο, αυτοί σε αντίποινα θα εξουδετερώνουν 10-15 δικούς μας και ότι πρέπει να πάτε εκεί που σας όρισε το κόμμα και αν χρειαστεί τότε πάλι το κόμμα θα σας ξανακαλέσει να λάβετε μέρος στον αγώνα."
Ακολούθως έλαβε το λόγο ο οργανωτικός γραμματέας Ν. Βέτσης που ανέλυσε με λεπτομέρειες τις θέσεις του ΚΚΕ και του συνέστησε να συμμερισθεί τη δυσχερή θέση των αγωνιστών του λαϊκού κινήματος και να μην παρεμβάλει και αυτός πρόσθετες δυσχέρειες και τον κάλεσε να μεταβεί εκεί που του καθόρισε το κόμμα.
Τέλος, ένας άλλος αγωνιστής του είπε: "Αν εξακολουθήσετε να δράτε αντικομματικά και αν το κόμμα διατάξει την διάλυσή σας, εμείς οι ίδιοι θα σας διαλύσουμε".
"Δηλαδή θα με χτυπήσετε;" ρώτησε τότε ο Άρης.
"Ναι, θα σε χτυπήσουμε", απάντησε ο αγωνιστής.
Έπεσε τότε σιωπή στο δωμάτιο. Ο Άρης Βελουχιώτης πήρε τέλος το λόγο με σπασμένη φωνή και είπε: "Θαυμάζω την ενότητα του ηρωικού Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας. Ζήτω το αθάνατο ΚΚΕ. Γεια σας σύντροφοι." Ο Άρης αποχώρησε από την αίθουσα χωρίς να τον ακολουθήσει ούτε ένας από τους αγωνιστές των Μελισσουργών. Οι αγωνιστές αμέσως μαζεύτηκαν σε ομάδες και ξεκίνησαν να συζητούν τα ειπωθέντα.
Οι αντάρτες του Άρη 90-95 εκ των οποίων 70-75 ήταν όλοι παλιοί αγωνιστές του ΕΛΑΣ, ετοιμάζονταν να φύγουν. Κατά τις 6 το απόγευμα ήρθε από το χωριό Πράμαντα το στέλεχος του ΕΑΜ Νικόλας Μάργαρης με 4-5 ΕΑΜίτες και παρακάλεσε τον Άρη να απελευθερώσει τους δύο συλληφθέντες συχωριανούς του, που κρατούνταν στο σχολείο των Μελισσουργών και είχαν συλληφθεί την περασμένη νύχτα από ομάδα του τμήματός του.
Ο Μάργαρης δεν το κατάφερε.
Σε λίγες ώρες, το τμήμα του Άρη μαζεύτηκε στην πλατεία του χωριού και έφυγε σε παράταξη ακολουθώντας το δρόμο από τον οποίο είχαν έλθει.
Αυτός ήταν ο τελευταίος πολιτικός λόγος του Άρη Βελουχιώτη σε επίσημη συγκέντρωση συναγωνιστών του. Δεκαπέντε ημέρες μετά θα σκοτωθεί στη δασωμένη τοποθεσία "Φάγκος" της Μεσούντας Άρτας από παρακρατικές συμμορίες.