14 Μαρ 2013

Κρίση, δημοκρατία, ευρώ


του Σπύρου Μαρκέτου

Στα τρία χρόνια μνημονιακής πολιτικής η χώρα έχει καταρρεύσει. Το εγχώριο προϊόν μειώθηκε παραπάνω από 21% σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΔΝΤ, και αναμένεται να μειωθεί άλλο 6% φέτος. Ποτέ στην παγκόσμια ιστορία, αφότου άρχισαν να τηρούνται οικονομικές στατιστικές, δεν σημειώθηκε τέτοια πτώση της παραγωγής χωρίς πόλεμο ή εμφύλιο. Σε δυο προηγούμενες συγκυρίες η Ελλάδα πλήγηκε από οικονομική κρίση ενώ βρισκόταν δεμένη σε μια νομισματική ένωση ή σε ένα σκληρό νόμισμα. Ανάμεσα στον πόλεμο του 1897 και τους Βαλκανικούς, οπότε ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος τήν κρατούσε στη Λατινική Ένωση, δηλαδή το ευρώ εκείνης της εποχής. Και το 1929-1932, όταν διατηρούσε σταθερή ισοτιμία με τη στερλίνα. Και τις δυο φορές διαλύθηκε το πολιτικό σύστημα. Η πορεία είναι σαφής: ή εμείς ή αυτοί. Το πρόβλημα είναι ότι ενώ αυτοί ετοιμάζονται συστηματικά για μια σύγκρουση που μπορεί να μετατρέψουν σε εμφύλιο, η αριστερά σφυρίζει αμέριμνα.
Τρεις είναι οι βασικοί πυλώνες της πολιτικής που εφαρμόζουν οι μνημονιακές κυβερνήσεις από το 2010, στο μέτρο βέβαια που κάμπτουν την αντίσταση του λαού, η οποία ωστόσο παραμένει ακλονητη. Πρώτος, η αναγνώριση του δημόσιου χρέους, μολονότι αυτό έχει καταγγελθεί ως απεχθές, αθέμιτο, ή ακόμη και παράνομο, όπως για παράδειγμα αποδείχθηκε στην περίπτωση του μεγάλου δανείου που συνήψε ο δήμος Ζωγράφου και το οποίο φορτώθηκε στον κρατικό προϋπολογισμό κατ’ απαίτηση της Τρόικας. Ο λογιστικός έλεγχος του χρέους, ο οποίος θα ήταν αυτονόητος αν το δημόσιο λειτουργούσε με κριτήρια ιδιωτικού τομέα, δεν συζητιέται καν, μολονότι τόν αξιώνουν με πειστικά επιχειρήματα φορείς όπως η Πρωτοβουλία για την Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου ή το Χωρίς Χρέος Χωρίς Ευρώ. Παρά την ανθρωπιστική κρίση που προκάλεσε τούτη η πολιτική, και η οποία από μόνη της συνιστά λόγο έγκυρο κατά το διεθνές δίκαιο για να ανασταλούν οι πληρωμές στους πιστωτές, δηλαδή κατάστασης ανάγκης, η Τρόικα και οι ελληνικές κυβερνήσεις επιμένουν ότι οι υποχρεώσεις του κράτους προς τους τραπεζίτες είναι ιερές, ενώ προς τους πολίτες ανύπαρκτες. Επιστρέψαμε σε αντιλήψεις περί κράτους χειρότερες ακόμη και από εκείνες τις οποίες κατάργησε η Γαλλική Επανάσταση.
Δεύτερος πυλώνας, η διάσωση των τραπεζιτών με τίμημα την καταστροφή της πραγματικής οικονομίας. Οι νέες ρυθμίσεις υπέρ των τραπεζών στο τελευταίο νομοσχέδιο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, και γενικά η δημιουργία ενός νομικού πλαισίου το οποίο ευνοεί σκανδαλωδώς τους τραπεζίτες εις βάρος οικογενειών και επιχειρήσεων, είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου. Από το 2010 το κράτος ενίσχυσε τις τράπεζες με τουλάχιστον 168 δις σε ρευστό και εγγυήσεις, εκτοξεύοντας έτσι στα ύψη το δημόσιο χρέος. Για την εξυπηρέτηση του οποίου, με επιτόκια πιστωτικών καρτών πλέον, δαπανούνται ασύλληπτα ποσά, τα οποία επίσης καταλήγουν στα θησαυροφυλάκια των … τραπεζιτών. Εννοείται ότι από κανέναν δεν ζητούνται ευθύνες για τη χρεωκοπία του συστήματος, η οποία θα είχε αποφευχθεί αν οι τράπεζες τηρούσαν τις νόμιμες προβλέψεις περί ρευστότητας. Ευθύνες όχι μόνον αστικές, αλλά και ποινικές. Οι πολιτικοί έχουν πλέον γίνει αναλώσιμοι, αλλά οι τραπεζίτες εξακολουθούν να μη μπαίνουν φυλακή.
Ο τρίτος πυλώνας, ο οποίος ελάχιστα απασχόλησε τη δημόσια συζήτηση, ήταν η παραμονή στην ευρωζώνη. Οι λιγοστές φωνές που ακούστηκαν υπέρ του εθνικού νομίσματος περιθωριοποιήθηκαν συστηματικά. Για παράδειγμα, όσοι κόπτονται υπέρ της παραμονής στο ευρώ, και ιδίως πολλοί λεγόμενοι αριστεροί οικονομολογοι, άφησαν ασχολίαστα τα τεκμηριωμένα αντίθετα επιχειρήματα του διεθνούς ερευνητικού φορέα Repοrt On Mοney and Finance που παρουσιάστηκαν στη μελέτη Ρήξη. Μια διέξοδος από την κρίση της ευρωζώνης. Όλοι εκείνοι που καταστροφολόγησαν για τη δήθεν φρίκη της εξόδου από το ευρώ είναι άφαντοι τώρα που οι συνέπειες της παραμονής σ’ αυτό αποδεικνύονται ακόμη χειρότερες. Και κανείς τους δεν προτείνει μια στρατηγική για να ξεπεραστεί η κρίση εντός της ευρωζώνης. Ξέρουν οτι δεν υπάρχει.
Κανείς τους δεν λέει με ποιόν τρόπο θα ανακάμψει η παραγωγή, ή ακόμη και πώς θα σωθεί το τραπεζικό σύστημα όταν η παροχή χρήματος ρυθμίζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, οι επιλογές της οποίας αποδείχθηκαν διαλυτικές για τις οικονομίες της ευρωπαίκής περιφέρειας. Και η οποία, επικεφαλής της Τρόικας, μας ποδηγετεί στην τωρινή συμφορά. Κανείς τους δεν παραδέχεται ότι το ίδιο το ευρώ γίνεται καθημερινά πιο εύθραυστο, ενώ εξελίξεις σε χώρες όπως η Ιταλία ή η Ισπανία μπορούν ανά πάσα στιγμή να το βυθίσουν. Ή ότι μπορεί απλούστατα να μας εκπαραθυρώσει όποτε θέλει η Γερμανία, ίσως μόλις οι επιχειρηματίες της ολοκληρώσουν την καταλήστευση του εθνικού μας πλούτου. Προκαλεί πανικό η ιδέα ότι ίσως σύντομα αποδειχτούν μάταιες όλες οι θυσίες που έγιναν για να μείνουμε στο κοινό νόμισμα. Ποιός θα εισπράξει τότε τη λαϊκή οργή;
Ορθά τονίζουν πολλοί οικονομολόγοι, αριστεροί και δεξιοί, έλληνες και ξένοι, ότι η έξοδος από την ευρωζώνη είναι μονόδρομος για τις περιφερειακές οικονομίες. Ένα απλό παράδειγμα μας δείχνει πόσο περισσότερές επιλογές έχουμε αν ελέγχουμε το νομισμά μας απ’ ό,τι αν το ελέγχουν άλλοι. Πως δηλαδή η εξασφάλιση εθνικού νομίσματος δεν είναι καμιά εθνικιστική εμμονή, ούτε επουσιώδης λεπτομέρεια, αλλά αντίθετα συνιστά στοιχειώδες ζήτημα δημοκρατίας· ακόμη περισσότερο, ζήτημα πλέον επιβίωσης. Δεν αρκεί για μια φιλολαϊκή οικονομική πολιτική, αλλά είναι απαραίτητη προϋπόθεσή της.

Σαράντα σβέρκοι βωδινοί, άρθρο για τον ακροδεξιό Σταυρίδη

Το πιο εκνευριστικό με τους νεοφιλελεύθερους δεν είναι ότι συκοφαντούν το δημόσιο.
Αλλά ότι την ίδια ώρα που το καθυβρίζουν, εξασφαλίζουν από αυτό παχυλούς μισθούς, -δεκαπλάσιους (ή πλέον) εικοσαπλάσιους- των κοινών θνητών. Και επειδή δεν τους αρκεί ο ένας μισθός σε ένα συμβούλιο ή σε μια επιτροπή προσφέρουν ταυτόχρονα τις “αντικρατικές” συμβουλές τους σε περισσότερες της μιας κρατικά έμμισθης θέσης.
Μοιάζουν με τον δημοσιογράφο σύζυγο της ιδιαιτέρας του αμαρτωλού υπουργού. Ξέρναγε χολή ενάντια στους δημόσιους υπάλληλους, αλλά η σύζυγός του βρέθηκε αποσπασμένη στο γραφείο του Παπακωνσταντίνου, με μισθό διπλάσιο από τους μέχρι πρότινος συναδέλφους της. Ο σύζυγος βυσσοδομούσε από την Καθημερινή εναντίον του Δημοσίου και η σύζυγος αποσπάσθηκε από το Δημόσιο στο γραφείο του Υπουργού, με παχυλή προσαύξηση του μισθού της.
Βρωμιά και δυσωδία.
Στην προκειμένη περίπτωση οι ίδιοι που βρίζουν όπου σταθούν κι όπου βρεθούν το κράτος και τον δημόσιο τομέα, απασχολούνται σχεδόν αποκλειστικώς στο κράτος και στον δημόσιο τομέα. Τελευταίο μπουμπούκι του νεοφιλελεύθερου οχετού ο Στέλιος Σταυρίδης. Κολλητός του Μάνου και υποψήφιος της Δράσης στις εκλογές του Μαϊου. Λάβρος εναντίον του κράτους, του κρατισμού, της Σοβιετικής τάχα Ελλάδας. Υπέρμαχος του ιδιωτικού τομέα και των αγορών. Όταν σφύριξε ο αρχηγός της Δεξιάς συστράτευση για να μην μας πάρουν το γκοβέρνο οι αριστεροί, ο Σταυρίδης στρατεύτηκε. Μπροστά στον κίνδυνο να μείνει εκτός της λεηλασίας του κρατικού κορβανά, αποφάσισε ότι “η Αριστερά σκοτώνει την πραγματική οικονομία” και σαλταπήδησε σε ένα κόμμα που επανίδρυσε “Αγροφυλακή” στον 21ο αιώνα για να βολέψει την κομματική του πελατεία.
Και πήγε στην ΝΔ που μέχρι τότε καθύβριζε. Αν απορείτε γιατί την καθύβριζε, μην απορείτε. Διορίστηκε επί Μητσοτάκη πρόεδρος στην ΑΓΕΤ και την ξεπούλησε σκανδαλωδώς στη Μαφία της ιταλικής Καλτσεστρούτσι. Έμεινε όμως εκτός άμβωνος τα επόμενα χρόνια και ανακάλυψε ότι τα κόμματα έχουν καταστρέψει τη χώρα. Μέχρι να τον ξαναβάλουν στον άμβωνα. Τότε το ένα από τα δύο κόμματα που -κατά τα άλλα- κατέστρεψε τη χώρα τον διόρισε πρόεδρο της ΕΥΔΑΠ. Από προχθές ο συγκεκριμένος κύριος είναι πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ. Καθαρίζει άγνωστο πόσα χιλιάρικα το μήνα.
Στη χώρα αυτή μεταπολιτευτικά δεν υπήρξε ιδιωτικός τομέας κατά την διεθνώς τρέχουσα έννοια. Από τη δεκαετία του 70 όταν κρατικοποιήθηκαν ιδιωτικές εταιρείες που τις καταχρέωσαν οι ιδιοκτήτες τους και θησαύρισαν με τις αποζημιώσεις, μέχρι το πασοκικό κράτος των μιζών, της διαπλοκής, των λεόντειων συμβάσεων: Ο ιδιωτικός τομέας παρασιτούσε παίρνοντας έργα, υπερτιμολογώντας, δανειζόμενος δανεικά και αγύριστα, με σκανδαλωδώς ευνοϊκές συμβάσεις.
Και όσο περισσότερα χλαπάκιαζε, τόσο περισσότερα ήθελε γιατί …η Ελλάδα έχει υπεραναπτυγμένο δημόσιο. Και φωνάζαν όσοι τρώγαν, να μικρύνει το δημόσιο, για να φάνε κι άλλο. Δείγμα αυτού του κρατικοδίαιτου εσμού τα στελέχη του ΤΧΣ, του ΤΑΙΠΕΔ κοκ που αμοίβονται με εξωφρενικές κρατικές αμοιβές για να μας λένε πόσο ωραία είναι η ιδιωτική πρωτοβουλία και οι ιδιωτικές επενδύσεις.
Κι όσο κι αν χτυπιούνται για την παραμονή της χώρας στο ευρώ, για να ‘χει να πορεύεται ο χρηματοπιστωτικός τομέας κι ας εξοντώνεται η κοινωνία, η αλήθεια είναι ότι πολιτισμικά παραμένουν βαθιά Βαλκάνια. Ντοβλέτι, γκοβέρνο, ημέτεροι, αυλές και αυλικοί. Μια ομάδα σαράντα – πενήντα κομματικών κηφήνων, που σουλατσάρουν από ΔΕΗ σε ΤΑΙΠΕΔ και από ΔΕΚΟ σε Γενικές Γραμματείες, θαυμάζουν τον ιδιωτικό τομέα, αλλά σιτίζονται μέχρι σκασμού από τον δημόσιο τομέα.
Το ερώτημα για “αντικρατικούς” σαλταδόρους τύπου Σταυρίδη είναι λογικό: Μα αφού είναι υπέρμαχος του ξαλαφρώματος του κράτους και της ανάπτυξης του ιδιωτικού τομέα, γιατί δεν πάει στον ιδιωτικό τομέα παρά τρέχει από διοίκηση κρατικού οργανισμού σε άλλη διοίκηση άλλου κρατικού οργανισμού εξασφαλίζοντας τα τρισέγγονα των τρισεγγόνων του;
Μα γιατί έτσι δουλεύουν τα υψηλά στελέχη του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα. Είναι του ιδιωτικού τομέα, μόνο κατά το ότι δεν υπόκεινται στο δημόσιο έλεγχο. Κατά τα άλλα πρόκειται για νεοφιλελεύθερο εμετό, υπερπολυτελές κηφηναριό, παχυλά αμοιβόμενο από το καθυβριζόμενο δημόσιο, βδέλλες που έχουν αρμέξει κάθε πόρο του κράτους, ύαινες που ουρλιάζουν όταν ο εργαζόμενος των 492 ευρώ λέει ότι δεν μπορεί να ζήσει. Τότε τον κοιτούν γουρλωμένοι, χαϊδεύουν στην τσέπη τους τα πολλά χιλιάρικα που καθαρίζουν το μήνα σε βάρος των φορολογούμενων, και μας θυμίζουν το ποίημα του Βάρναλη:

Σαράντα σβέρκοι βωδινοὶ μὲ λαδωμένες μποῦκλες
σκεμπέδες, σταβροθόλωτοι καὶ βρώμιες ποδαροῦκλες
ξετσίπωτοι, ἀκαμάτηδες, τσιμπούρια καὶ κορέοι
ντυμένοι στὰ μαλάματα κ’ ἐπίσημοι κι ὡραῖοι.
Σαράντα λύκοι μὲ προβιὰ (γι᾿ αὐτοὺς χτυπᾷ ἡ καμπάνα)
καθένας γουρουνόπουλο, καθένας νταμιτζάνα!
Κι ἀπὲ ρεβάμενοι βαθιὰ ξαπλώσανε στὸ τζάκι,
κι ἀβάσταγες ἐνιώσανε φαγοῦρες στὸ μπατζάκι.
                                       Ὄξ᾿ ὁ κοσμάκης φώναζε: «Πεινᾶμε τέτοιες μέρες»
                                          γερόντοι καὶ γερόντισσες, παιδάκια καὶ μητέρες
                                             κ᾿ οἱ τῶν ἐπίγειων ἀγαθῶν σφιχτοὶ νοικοκυρέοι
                                          ἀνοῖξαν τὰ παράθυρα καὶ κράξαν: «Εἶστε ἀθέοι» 

Σαν σήμερα, 14/03/1883, πέθανε ο Κ.Μαρξ



getImage3-243x300Ο Καρλ Μαρξ γεννήθηκε στις 5 του Μάη 1818, με το νέο ημερολόγιο, στην πόλη Τριρ (παραρήνια Πρωσία). Ο πατέρας του ήταν δικηγόρος, εβραίος· το 1824 ασπάστηκε τον προτεσταντισμό. Η οικογένεια του ήταν εύπορη, καλλιεργημένη, όχι όμως επαναστατική. Αφού τέλειωσε το γυμνάσιο του Τριρ ο Μαρξ πήγε στο Πανεπιστήμιο, στην αρχή στη Βόνη και έπειτα στο Βερολίνο, και σπούδασε νομικά, προπαντός όμως ιστορία και φιλοσοφία. Τέλειωσε το Πανεπιστήμιο το 1841 με μια διδακτορική διατριβή για τη Φιλοσοφία του Επίκουρου. Όσο για τις αντιλήψεις του, ο Μαρξ εκείνη την εποχή ήταν ακόμη χεγκελιανός-ιδεαλιστής. Στο Βερολίνο ανήκε στον κύκλο των αριστερών-χεγκελιανών (Μπρούνο Μπάουερ κ.ά.), που προσπαθούσαν να βγάλουν από τη Φιλοσοφία του Χέγκελ αθεϊστικά και επαναστατικά συμπεράσματα.
Όταν τέλειωσε το Πανεπιστήμιο, ο Μαρξ εγκαταστάθηκε στη Βόνη, με σκοπό να γίνει καθηγητής του Πανεπιστημίου. Η αντιδραστική όμως πολιτική της κυβέρνησης, που το 1832 αφαίρεσε την έδρα από τον Λουδοβίκο Φόιερμπαχ και το 1836 αρνήθηκε να τον επαναφέρει στο Πανεπιστήμιο ενώ το 1841 απαγόρευσε στο νεαρό καθηγητή Μπρούνο Μπάουερ να διδάσκει στη Βόνη, ανάγκασε τον Μαρξ να εγκαταλείψει τη σταδιοδρομία του καθηγητή. Η εξέλιξη των ιδεών του αριστερού χεγκελιανισμού έκανε εκείνο τον καιρό πολύ γρήγορα βήματα στη Γερμανία. Ο Λουδοβίκος Φόιερμπαχ άρχισε, ιδιαίτερα από το 1836, να επικρίνει τη θεολογία και να στρέφεται προς τον υλισμό, στον όποιο προσχωρεί οριστικά το 1841 (Η Ουσία του Χριστιανισμού)· το 1843 βγήκε το βιβλίο του Οι Βασικές Θέσεις της Φιλοσοφίας του Μέλλοντος. «Έπρεπε να υποστεί κανείς την απολυτρωτική επίδραση αυτών των βιβλίων» –έγραφε αργότερα ο Έγκελς για τα έργα αυτά του Φόιερμπαχ. «Εμείς» (δηλαδή οι αριστεροί χεγκελιανοί, ανάμεσα σ’ αυτούς και ο Μαρξ) «γίναμε αμέσως φοϊερμπαχικοί». Εκείνο τον καιρό οι ριζοσπάστες αστοί της Ρηνανίας, που είχαν σημεία επαφής με τους αριστερούς χεγκελιανούς, ίδρυσαν στην Κολωνία μια αντιπολιτευόμενη εφημερίδα: την «Εφημερίδα του Ρήνου» (άρχισε να βγαίνει την 1 του Γενάρη του 1842). Ο Μαρξ και ο Μπρούνο Μπάουερ κλήθηκαν σαν κυριότεροι συνεργάτες· τον Οχτώβρη του 1842 ο Μαρξ ανέλαβε διευθυντής της εφημερίδας και μετοίκησε από τη Βόννη στην Κολωνία. Με τη διεύθυνση του Μαρξ η επαναστατική-δημοκρατική κατεύθυνση της εφημερίδας γινόταν όλο και πιο ξεκάθαρη· η κυβέρνηση στην αρχή επέβαλε στην εφημερίδα διπλή και τριπλή λογοκρισία και μετά την 1 του Γενάρη του 1843, αποφάσισε να την κλείσει εντελώς. Ο Μαρξ βρέθηκε τότε υποχρεωμένος να φύγει από διευθυντής, η αποχώρηση του όμως δεν έσωσε την εφημερίδα, που κλείστηκε το Μάρτη του 1843. Από τα πιο βαρυσήμαντα άρθρα του Μαρξ στην «Εφημερίδα του Ρήνου» ο Έγκελς σημειώνει, εκτός απ’ αυτά που αναφέρονται παρακάτω (βλ. τη Βιβλιογραφία)[1], και ένα άρθρο για την κατάσταση των αγροτών-αμπελουργών της κοιλάδας του Μόζε. Η δημοσιογραφική δουλιά έδειξε στον Μαρξ ότι δεν ήξερε αρκετά καλά την πολιτική οικονομία και γι’ αυτό καταπιάστηκε με ζήλο με τη μελέτη της.

11 Μαρ 2013

Ρεκόρ ο Dow Jones την ώρα που πτωχεύει το Ντιτρόιτ

Την Εποχή της Μεγάλης Ύφεσης του ’30 θυμίζουν Νιτρόιτ και Νέα Υόρκη 


Η πραγματική εικόνα της σημερινής Αμερικής δεν λέγεται Ντάου Τζόουνς αλλά Ντιτρόιτ. Την 1η Μαρτίου ο Ρεπουμπλικάνος κυβερνήτης της πολιτείας του Μίσιγκαν Ρικ Σνάϊντερ, ένας πολυεκατομμυριούχος πρώην επιχειρηματίας στον τομέα των ιδιωτικών συμμετοχών(private capital), κήρυξε το Ντιτρόιτ σε «κατάσταση έκτακτης οικονομικής ανάγκης». Το καθεστώς «έκτακτης οικονομικής ανάγκης» σημαίνει ότι θα γίνουν άμεσα περικοπές μισθών και συντάξεων, θα κλείσουν υπηρεσίες ζωτικής ανάγκης θα πωληθούν δημόσια περιουσιακά στοιχεία, όπως οι υπηρεσίες ύδρευσης και αποκομιδής, μουσεία και ζωολογικοί κήποι. Η άλλοτε πρωτεύουσα της αμερικανικής αυτοκινητοβιομηχανίας και κάποτε της μαύρης μουσικής που άνθισε με την βιομηχανική ανάπτυξη στα τέλη του ’60, μετατρέπεται σε «Ελλάδα»
detroit-packard-plant-20080815-171843
Του ΜΩΥΣΗ ΛΙΤΣΗ
Στην επικαιρότητα ήλθαν ξανά τα…κατορθώματα του Ντάου Τζόουνς, του δείκτη των δεικτών, ο οποίος κτύπησε αλλεπάλληλα ρεκόρ τις τελευταίες ημέρες, την ώρα που Ομπάμα και Ρεπουμπλικάνοι τα έσπαγαν για τις περικοπές, η οικονομία της ευρωζώνης βουλιάζει στην ύφεση και το χρήμα είναι δυσεύρετο για τους απανταχού κοινούς θνητούς.
Ο δείκτης βαρόμετρο για την αμερικανική αλλά και την ευρύτερη διεθνή αγορά που «κρυολογεί όταν φταρνίζεται η Γουόλ Στριτ», κατέγραψε τρία αλλεπάλληλα ρεκόρ, σπάζοντας την Πέμπτη το ρεκόρ των 14.164 μονάδων στο οποίο είχε φθάσει τον Οκτώβριο του 2007. Ο Ντάου Τζόουνς καταγράφει άνοδο 9,4% μέχρι στιγμής φέτος, ενώ άνοδο 8,3% καταγράφει και ο ευρύτερος δείκτης S&P 500.
Το εν πρώτοις παράδοξο, η οικονομία να υποφέρει και οι χρηματιστηριακοί δείκτες να ευημερούν, έχει τη λογική του εξήγηση που λέγεται Fed. Το συνεχιζόμενο τύπωμα δολαρίων, αλλά και το διεθνές χρήμα που παράγεται από τα μηδενικά επιτόκια και τις «ποσοτικές χαλαρώσεις» σε άλλες περιοχές του κόσμου(ευρωζώνη, Ιαπωνία) δεν πάει στην λεγόμενη πραγματική οικονομία, αλλά αναζητά αποδόσεις για μία ακόμη φορά στους άυλους τίτλους και τη διεθνή σπέκουλα των χρηματιστηρίων.
Η ανεργία στις ΗΠΑ παραμένει υψηλή, 7,9%. Οι περικοπές που έρχονται απειλούν να υποβαθμίσουν ακόμη περισσότερο την παροχή υπηρεσιών, τα κοινωνικά προγράμματα, την παιδεία ακόμη και την άμυνα. Ο αμερικανικός προϋπολογισμός αναμένεται να περικοπεί κατά επιπλέον 85 δισ. δολάρια μέχρι τον επόμενο Σεπτέμβριο με την εφαρμογή των αυτόματων περικοπών και την αποτυχία του προέδρου Ομπάμα και του ελεγχόμενου από τους Ρεπουμπλικάνους κογκρέσου να καταλήξουν σε νέα συμφωνία, για «πάγωμα» της εφαρμογής του «δημοσιονομικού βράχου(fiscal cliff)», όπως είχε γίνει παραμονές της Πρωτοχρονιάς.
Η εταιρία συμβούλων Macroeconomic Advisers εκτιμά ότι θα υπάρξουν 660.000 θέσεις εργασίας λιγότερες στον ιδιωτικό τομέα μέχρι τα τέλη του έτους, καθώς οι περικοπές στο δημόσιο έχουν άμεση αντανάκλαση και στην ιδιωτική οικονομία. Μία μείωση της τάξης των 750.000 θέσεων εργασίας ανεβάζει κατά 0,4% υψηλότερα το ποσοστό των ανέργων σε εθνικό επίπεδο.