του Κ.Ρουσίτη (από την Εργατική Εξουσία Σεπτέμβρης 2006)
Η γέννηση
Το σιωνιστικό κίνημα γεννήθηκε στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα στο κλίμα των αντισημιτικών πογκρόμ της τσαρικής Ρωσίας. Σε συζητήσεις διανοουμένων των εβραϊκών κοινοτήτων της Ευρώπης, έμπαινε το ζήτημα της ενοποίησης του εβραϊκού έθνους σε μια δική του πατρίδα. Σε αυτές τις συζητήσεις κοινωνικές απελευθερωτικές θεωρίες συνδυάζονταν με θρησκευτικό μυστικισμό και ρεαλιστική πολιτική. Διαμορφωτής και μεγάλος θεωρητικός του σιωνισμού καθιερώθηκε ο Χέρτσελ ο οποίος μάλιστα ιδρύει το 1896 την Παγκόσμια Σιωνιστική Οργάνωση για την προώθηση των σκοπών του. Το κομβικό στοιχείο του σιωνισμού είναι η εγκατάσταση των εβραίων στην «ιστορική τους πατρίδα», στη «Γη του Ισραήλ», όπου θα δημιουργήσουν ένα κράτος αποκλειστικά εβραϊκό. Φυσικά οι σιωνιστές ήξεραν πως τα εδάφη που διεκδικούσαν κατοικούνταν από συμπαγή αραβικό πληθυσμό. Συνεπώς, κάτι θα έπρεπε να γίνει με τους ανθρώπους που κατοικούσαν. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι σιωνιστές ηγέτες πρόκριναν τη λύση της εκκαθάρισης, της «μεταφοράς» τους εκτός συνόρων. Μάλιστα, όπως γίνεται πάντα, μια σειρά ψευτοϊδεολογήματα φτιάχτηκαν για να νομιμοποιήσουν αυτή την ταχτική. Ειπώθηκε ότι η γη της Παλαιστίνης ήταν σχεδόν ακατοίκητη, ότι οι άραβες ήταν νεώτεροι κάτοικοι, επομένως με λιγότερα «ιστορικά δικαιώματα», κλπ, κλπ.
Το κεντρικό ωστόσο επιχείρημα του σιωνισμού ήταν (και είναι) πως το νέο κράτος θα αποτελεί ένα ισχυρό ανάχωμα του «πολιτισμού» απέναντι στους «βάρβαρους» ασιάτες. Ένα κράτος που σύμφωνα με την διάσημη φράση του Χέρτσελ θα ήταν «ένας προμαχώνας της Ευρώπης απέναντι στην Ασία». Αυτό το δομικό στοιχείο του σιωνισμού ειπώθηκε σε τόσες παραλλαγές όσες και οι διάφορες συνιστώσες του. Γι αυτό και οι σιωνιστές προσπάθησαν από την αρχή μέχρι το τέλος να πετύχουν τους στόχους τους με τη συμμαχία και την βοήθεια κάποιας «Μεγάλης Δύναμης» της εποχής. Όλοι οι αντιδραστικοί ηγέτες της εποχής (από τον Τσάρο της Ρωσίας μέχρι Σουλτάνο) προσεγκίστηκαν για να ευνοήσουν το σιωνιστικό εγχείρημα. Ο Χέρτσελ για παράδειγμα γράφει στον αυτοκράτορα της Γερμανίας: «Αναμφίβολα, ο γρήγορος εποικισμός ενός ουδέτερου λαού στην Ανατολή, μπορεί να φανεί εξαιρετικά σημαντικός για την πολιτική της Γερμανίας στην Ανατολή. Για ποιο λαό πρόκειται; για έναν λαό που, σπρωγμένος από την πραγματικότητα, είναι αναγκασμένος να ενωθεί με τις γραμμές των επαναστατικών ομάδων». (σελ. 13)